Ένα ακόμη “ΟΧΙ” εισέπραξε η Ελλάδα για τον επαναπατρισμό των Γλυπτών του Παρθενώνα. Αυτή τη φορά από τα επίσημα χείλη του Βρετανού πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον…

Σε συνέντευξη, που παραχωρεί στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ, ο νυν πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, δήλωσε στα “Νέα” ότι είναι αρνητικός στην επιστροφή των Γλυπτών, παρότι δηλώνει “φιλέλληνας” και “λατρεύει την αρχαία ελληνική γραμματεία, θεωρεί τον Όμηρο «μεγαλύτερο συγγραφέα όλων των εποχών» και έχει για ήρωα τον Περικλή (μια προτομή του οποίου κοσμεί το γραφείο του από την πρώτη κιόλας ημέρα που ανέλαβε τα καθήκοντά του), ενώ επισκέπτεται την Ελλάδα σχεδόν κάθε χρόνο και παραθερίζει στην εξοχική κατοικία του πατέρα του στο Πήλιο”.

Άμεση ήταν η απάντηση της υπουργού Πολιτισμού, Λίνας Μενδώνη, η οποία δήλωσε ότι «η Ελλάδα δεν αποδέχεται νόμιμη κατοχή, νομή και κυριότητα των Γλυπτών στο Βρετανικό Μουσείο». Πρόσθεσε ότι «το υπουργείο Πολιτισμού μπορεί να προσκομίσει τα απαραίτητα τεκμήρια προκειμένου να ενημερωθεί ο βρετανικός λαός, ότι το Βρετανικό Μουσείο κατέχει τα Γλυπτά παρανόμως».

Τα Γλυπτά του Παρθενώνα: Πώς εκλάπησαν οι 253 αρχαιότητες από την χώρα μας

Συγκεκριμένα ανέφερε η κα. Μενδώνη: «Από τη δήλωση του πρωθυπουργού της Μεγάλης Βρετανίας κ. Boris Johnson αντιλαμβανόμεθα ότι δεν έχει ενημερωθεί από τις υπηρεσίες του, για τα νέα ιστορικά δεδομένα της Οθωμανοκρατίας, από τα οποία τεκμαίρεται ότι δεν υπήρξε νόμιμη κτήση από τον λόρδο Έλγιν των Γλυπτών του Παρθενώνα και συνεπώς ούτε από το Βρετανικό Μουσείο. Το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού μπορεί να προσκομίσει τα απαραίτητα τεκμήρια προκειμένου να ενημερωθεί ο βρετανικός λαός ότι το Βρετανικό Μουσείο κατέχει τα Γλυπτά παρανόμως.

Η Ελλάδα δεν αποδέχεται νόμιμη κατοχή, νομή και κυριότητα των Γλυπτών στο Βρετανικό Μουσείο. Ο Παρθενώνας, ως σύμβολο της ΟΥΝΕΣΚΟ και του Δυτικού Πολιτισμού εκπέμπει πανανθρώπινες αξίες. Προς την κατεύθυνση αυτή οφείλουμε να εργαστούμε όλοι».

Τα Μάρμαρα του Παρθενώνα εκλάπησαν από τον Τόμας Μπρους, έβδομο κόμη του Έλγιν, πρέσβη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, στο χρονικό διάστημα μεταξύ 1799-1803 και μεταφέρθηκαν στην Βρετανία το 1806, όπου παραμένουν μέχρι σήμερα.